Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Κατερίνα Γώγου - Καμιά φορά


Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σιγά σιγά και μπαίνεις.
Φοράς κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που με άφησες για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει να έχει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε και οι φίλοι μου με φοβούνται. 
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω.
Νομίζω ότι πρέπει να καταδώσω κάποιον.

Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε
πως είσαι εσύ. Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε ότι σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος
το νου σου ε;

"Τρία κλικ αριστερά", 1978

Μελοποιημένο απο τους υπόνοια:



Απαγγέλει η Κ. Γώγου σε μουσική του Κ. Σφέτσα
(άλμπουμ "Στο δρόμο" 1981)
Το παρακάτω απόσπασμα είναι από την ταινία 
"Παραγγελιά" του Π. Τάσσιου


Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Κατερίνα Γώγου - Θέλω να κουβεντιάσω


4

Θέλω να κουβεντιάσω σ' ένα καφενείο
που να 'χει πόρτα ανοιχτή
και να μην έχει θάλασσα
μονάχα άντρες άνεργους
σκόνη με ήλιο και σιωπή
να μπαίνει ο ήλιος στο κονιάκ
κι η σκόνη μαζί με τα τσιγάρα στα πλεμόνια μας
και ας μην πάρουμε και σήμερα βρε αδερφέ
προφύλαξη για την υγεία μας
κι ούτε να δίνεις συμβουλές
το πως το κατεβάζω έτσι
και πως σκορπιέμαι έτσι
και να αφήσεις ήσυχα στα μούτρα
τις μπογιές τις μύξες και τα κλάματα
να τρέξουνε.
Μονάχα να κοιτάζεις ήρεμα
τα νύχια τα μαλλιά μου και τα χρόνια
που 'ναι βρώμικα
και 'γω
να μη δίνω φράγκο για όλα αυτά.
Μόνο το κόμμα, το χριστουλάκο τους
γιατί δε φτιάχτηκε το κόμμα τόσα χρόνια
και 'συ να 'σαι φίλος. Φίλος-φίλος
έτσι όπως το λέει ο Καζαντζίδης
και το κονιάκ να 'ναι σκατά
και εργολάβος πουθενά δε φάνηκε
έχει δωμάτιο για παράνομους
πάνω απ' το καφενείο
θα σου τα ρίξω σε μια δόση
το συνηθίζω άμα μεθάω - έτσι για να σε λιανίσω -
να σε δω χωρίς βρακί να δούμε τι θα κάνεις
εσύ όμως λέει δεν θα 'σαι απ' αυτούς
θα σηκωθείς και θα χορέψεις παραγγελιά
...βεργούλες και με δείρανε...
και θα κρατάς στις χούφτες σου
μ' αγάπη και με προσοχή το μυαλό μου
είναι έτοιμο να διαλυθεί στα χίλια. Με πονάει.
Κι όταν
έρθουνε να σου πουν
εδώ δεν είναι
τόπος
και χρόνος
για τέτοια πράγματα
τράβηξε τη φαλτσέτα και θέρισε.
Είχανε δίκιο οι Κοεμτζήδες.

"Τρία κλικ αριστερά", 1978



Απαγγέλει η Κ. Γώγου σε μουσική του Κ. Σφέτσα
(άλμπουμ "Στο δρόμο" 1981)
Το παρακάτω απόσπασμα είναι από την ταινία 
"Παραγγελιά" του Π. Τάσσιου


Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Κατερίνα Γώγου - Η ζωή μας είναι σουγιαδιές


1

Η ζωή μας είναι σουγιαδιές
σε βρώμικα αδιέξοδα
σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα
μπάσσο βεστιάριο
μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά
και χαλασμένα σπέρματα. Ξεσκισμένες αφίσσες.
Πάνω-κάτω. Πάνω-κάτω, η Πατησίων.
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.

Το ROL που δε ρυπαίνει τη θάλασσα
κι ο Μητροπάνος μπήκε στη ζωή μας
μας τον έφαγε η Δεξαμενή κι αυτόν
σαν τις ψηλόκωλες.

Εμείς εκεί.
Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε
την ίδια διαδρομή.
Ξεφτίλα-μοναξιά-απελπισία. Κι ανάποδα.
Εντάξει. Δεν κλαίμε. Μεγαλώσαμε.
Μονάχα όταν βρέχει
βυζαίνουμε κρυφά το δάχτυλό μας. Και καπνίζουμε.

Η ζωή μας είναι
άσκοπα λαχανητά
σε κανονισμένες απεργίες
ρουφιάνους και περιπολικά.
Γι' αυτό σου λέω.
Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε
να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε.
Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε.

Μη. Βρέχει. Δόσμου τσιγάρο.

"Τρία κλικ αριστερά", 1978

Απαγγέλει η Κ. Γώγου σε μουσική του Κ. Σφέτσα
απο το άλμπουμ "Στο δρόμο" 1981


Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Κατερίνα Γώγου - Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά


3

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια
μανταλάκια  
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.

"Τρία κλικ αριστερά", 1978










Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Κατερίνα Γώγου - 25 Μαΐου


 21

 Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα
 και θα βγω στους δρόμους 
 όπως και χτες. 
 Και δεν θα συλλογιέμαι παρά 
 ένα κομμάτι από τον πατέρα 
 κι ένα κομμάτι από τη θάλασσα  -αυτά που μ' άφησαν- 
 και την πόλη. Την πόλη που τη σάπισαν. 
 Και τους φίλους μας που χάθηκαν. 
 Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα 
 ίσα ολόισα στη φωτιά 
 και θα μπω όπως και χτες 
 φωνάζοντας "φασίστες!!" 
 στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρες 
 μ' ένα κόκκινο λάβαρο 
 ψηλά να γυαλίζει στον ήλιο. 
 Θ' ανοίξω την πόρτα 
 και είναι -όχι πως φοβάμαι- 
 μα να θέλω να σου πω, πως δεν πρόλαβα 
 και πως εσύ πρέπει να μάθεις 
 να μην κατεβαίνεις στο δρόμο 
 χωρίς όπλα όπως εγώ 
 - γιατί εγώ δεν πρόλαβα- 
 γιατί τότε θα χαθείς όπως και εγώ 
 "έτσι"  "αόριστα" 
 σπασμένη σε κομματάκια 
 από θάλασσα, χρόνια παιδικά 
 και κόκκινα λάβαρα. 
 Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα 
 και θα χαθώ 
 με τ΄όνειρο της επανάστασης 
 μες την απέραντη μοναξιά 
 των δρόμων που θα καίγονται, 
 μες την απέραντη μοναξιά 
 των χάρτινων οδοφραγμάτων 
 με το χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις!- 
 Προβοκάτορας.
  
"Τρία κλικ αριστερά", 1978



Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Κώστας Καρυωτάκης - Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων


Από θεούς κι ανθρώπους μισημένοι,
σαν άρχοντες που εξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οι Βερλαίν· τους απομένει
πλούτος η ρίμα πλούσια και αργυρή.

Οι Ουγκό με “Τιμωρίες” την τρομερή
των Ολυμπίων εκδίκηση μεθούνε.
Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που 'ναι.

Αν έζησαν οι Πόε δυστυχισμένοι,
και αν οι Μπωντλαίρ εζήσανε νεκροί,
η Αθανασία τους είναι χαρισμένη.
Κανένας όμως δεν ανιστορεί

και το έρεβος εσκέπασε βαρύ
τους στιχουργούς που ανάξια στιχουργούνε.
Μα εγώ σαν προσφορά κάνω ιερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που' ναι.

Του κόσμου η καταφρόνια τούς βαραίνει
κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι κι ωχροί,
στην τραγική απάτη τους δομένοι
πως κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί,

παρθένα βαθυστόχαστα ιλαρή.
Μα ξέροντας πως όλοι τούς ξεχνούνε,
νοσταλγικά εγώ κλαίω τη θλιβερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που 'ναι.

Και κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
“Ποιος άδοξος ποιητής” θέλω να πούνε
“την έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που 'ναι;”

"Νηπενθή" 1921